Να σωθούν αυτοί, αλλά να μην πνιγούμε εμείς

Δεν πρόλαβε η κυβέρνηση να ασχοληθεί με ενδεχόμενες επενδύσεις χάρη στα ενθαρρυντικά επενδυτικά μέτρα που πήρε και οι επαγγελματίες συνδικαλιστές έτρεξαν να προασπίσουν τα δικαιώματα εργαζομένων και ανέργων με άνευ ουσίας απεργίες, λες και αν κάποια στιγμή εξαλειφθεί η ανεργία στη χώρα μας θα σταθεί εμπόδιο στις απεργίες κάποιος εργατικός νόμος.
Αν δεν είχα εργαστεί στην ελληνική αγορά για 40 και πλέον χρόνια, ίσως να ήμουν και εγώ αποδέκτης άσκοπων καλλιεργούμενων προσδοκιών. Οι προσδοκίες ως γνωστό εκλέγουν κυβερνήσεις ενώ η απογοήτευση τις γκρεμίζει. Αντιθέτως, η καλλιέργεια χαμηλών προσδοκιών και η εκ των υστέρων ικανοποίησή τους είναι απόδειξη συνέπειας και σοβαρότητας. Η πραγματοποίηση όμως των στόχων του προϋπολογισμού εν πολλοίς εξαρτάται από παράγοντες μη ελεγχόμενους από την κυβέρνηση. Η προβλεπόμενη ύφεση της γερμανικής οικονομίας, η τουρκική επεκτατική πολιτική εις βάρος της χώρας μας, ο εμπορικός πόλεμος ΗΠΑ-ΚΙΝΑΣ, το άνευ συμφωνίας επερχόμενο Brexit, τα δις των αναδρομικών συντάξεων και κυρίως το προσφυγικό, σίγουρα θα αποτελέσουν ανασταλτικούς παράγοντες στην αναπτυξιακή πορεία της χώρας.
Εξ άλλου το ΔΝΤ προβλέπει αύξηση του ΑΕΠ 2.3% και η ΕΕ μόλις 2% – γιατί, λοιπόν εμείς να θέλουμε 2.8%; Τι έχουμε να κερδίσουμε από έναν τέτοιο στόχο; Μειώνουμε τον προϋπολογισμό του προγράμματος των δημοσίων επενδύσεων κατά 600 εκατομμύρια, το δημόσιο οφείλει 1.6 δις ευρώ στις επιχειρήσεις και συγχρόνως προσδοκά αύξηση επενδύσεων 13.5%. Αν λάβει όμως κανείς υπόψη του ότι οι ξένες επενδύσεις στη χώρα μας το 2018 ήταν μόλις 3.64 δις και δεν προβλέπεται να αυξηθούν του χρόνου, ποιος θα κάνει τις επενδύσεις; Οι ελληνικές επιχειρήσεις; Με ποια κεφάλαια; Από το 99% του συνόλου των ελληνικών μικρομεσαίων επιχειρήσεων που συμβάλλουν στο 19.6% του ΑΕΠ, μόνο το 4% εξ αυτών χρηματοδοτείται από τις τράπεζες. Και πώς θα μειωθεί η ανεργία στο 15.4%, όταν συγχρόνως αυξάνεται ο κατώτατος μισθός κατά 11%, χωρίς να συνδέεται με την αύξηση της παραγωγικότητας; Προς το παρόν ούτε οι οίκοι αξιολόγησης, ούτε το χρηματιστήριο συμμερίζονται την αισιοδοξία μας.
Σημείωση: Αλήθεια, δεν έχουμε προξενεία και πρεσβείες στις χώρες των «προσφύγων», ώστε να πηγαίνουν εκεί για να ζητήσουν άσυλο; Ποιο δίκαιο μάς αναγκάζει να δεχόμαστε «πρόσφυγες» από την Τουρκία, αφού ούτε η ζωή, ούτε η ελευθερία τους κινδυνεύουν εκεί; Και αν μπορούμε να κτίζουμε τείχη προστασίας στον Έβρο, γιατί να μην κτίζουμε και στη θάλασσά μας; Θα σώζουμε «πρόσφυγες» πνίγοντας τα νησιά μας και τη χώρα μας; Άλλες χώρες-σωτήρες δεν υπάρχουν; Ή μήπως αποδεχτήκαμε τον ρόλο του μοναδικού «εκπροσώπου» της ευρωπαϊκής φιλοξενίας;

Παύλος Παπαδάτος

Related Posts

LEAVE A COMMENT

Make sure you enter the(*) required information where indicated. HTML code is not allowed