Η εκπληκτική γέφυρα τύπου Bailey και η παρουσία της στην Κεφαλονιά

Στην Κεφαλονιά την έχουμε δει στο φαράγγι της Αγ. Βαρβάρας στα Προκοπάτα, στον Πόρο, τώρα και στο Χειμωνικό. Δεν μας γεμίζει το μάτι και πολύ, καθώς μοιάζει αρκετά παλιά και ευτελής. Όμως αν μάθουμε την ιστορία, τα χαρακτηριστικά και την διαχρονική της συμβολή, ίσως την εκτιμήσουμε λίγο περισσότερο!
Η συναρμολογούμενη από προκατασκευασμένα τμήματα, δικτυωτή γέφυρα τύπου “Bailey, Μ2” (προφέρεται: “μπέϊλι”) ήταν μια πρωτοποριακή ιδέα η οποία αναπτύχθηκε κατά την διάρκεια του Β’ παγκοσμίου πολέμου στην Βρετανία από τον Donald Coleman Bailey και την ομάδα του, και μπήκε σε παραγωγή το 1941. Έπαιξε σημαντικότατο ρόλο σε κάθε θέατρο του Β’ Παγκοσμίου πολέμου σε κάθε περιοχή ανά τον κόσμο όπου δρούσαν συμμαχικά στρατεύματα από την Ευρώπη ως την νοτιοανατολική Ασία. Χάρη στην απλότητα της κατασκευής και συναρμολόγησης και στην προσαρμοστικότητα, επομένως τελικά στην υπέρτερη αποτελεσματικότητα σε σχέση με κάθε άλλο τύπο γέφυρας τέτοιων εφαρμογών, χρησιμοποιείται ακόμη και σήμερα για προσωρινή γεφύρωση σε περιπτώσεις φυσικών καταστροφών αλλά και ως μόνιμη κατασκευή σε περιοχές με μικρά ανοίγματα και μειωμένη ροή και γενικά μικρότερη ανάγκη για ανέγερση μεγαλύτερων γεφυρών.

Σχεδιαστική ανάπτυξη
Από το πρώτο έτος του Β’ Παγκοσμίου πολέμου, με την εμφάνιση ολοένα και πιο βαρέων αρμάτων μάχης που ξεπερνούσαν σε βάρος τα έως τότε χρησιμοποιούμενα οχήματα αλλά και τις υφιστάμενες παλαιές ως επί το πλείστον γέφυρες που εξυπηρετούσαν κατά κύριο λόγο πολιτικές χρήσεις, φάνηκε η έλλειψη φθηνών αλλά αποτελεσματικών, εύκολων και γρήγορων στην κατασκευή, την μεταφορά και την συναρμολόγηση, γεφυρών που αποτελούνταν από μικρά προκατασκευασμένα τμήματα και μπορούσαν να προσαρμοστούν σε διαφορετικές ανάγκες, να είναι δηλαδή και πολυμορφικές. Επίσης βομβαρδισμοί και εχθρικά στρατεύματα που υποχωρούσαν κατέστρεφαν και όποιες γέφυρες είχαν απομείνει όρθιες, ενώ υπήρχε και η ανάγκη διάβασης κάποιου ποταμού σε σημείο που υπαγόρευε η τακτική και άλλες ανάγκες. Όταν τα βρετανικά άρματα μάχης υποστήριξης πεζικού (“Matilda II”) που εισήχθησαν σε υπηρεσία το 1939 έφτασαν τους 22,7 τόνους σε βάρος, τα σχέδια των παλαιότερα χρησιμοποιούμενων γεφυρών (με όριο τους 17 τόνους περίπου) τροποποιήθηκαν για να παραλάβουν τα αυξημένα φορτία, όταν όμως μπήκαν σε υπηρεσία βαρύτερα άρματα μάχης (A22 Infantry Tank Mk IV “Churchill”) στους 39 τόνους, έπρεπε να σχεδιαστεί ένας νέος τύπος επαρκούς γέφυρας, από την αρχή. Αυτό το ανέλαβε η Βρετανική “Εγκατάσταση Πειραματισμού Γεφυρώσεων” (“Experimental Bridging Establishment”) με επικεφαλής μηχανικό και εμπνευστή της πασίγνωστης πλέον γέφυρας, τον Donald Bailey, αν και τον περισσότερο από τον λεπτομερή σχεδιασμό έφερε εις πέρας ο Ταγματάρχης Alfred (H.A.T.) Jarrett-Kerr του Βασιλικού Σώματος Μηχανικών (Royal Engineers). Η περίοδος σχεδιασμού ήταν μόλις 5 μήνες, και με τις δοκιμές και την προετοιμασία της παραγωγής συνολικά μόνο ένα έτος περίπου, ξεκίνησε στα τέλη του 1940 και έως τα μέσα του 1941 είχε μπει σε παραγωγή και έτσι λύθηκε το πρόβλημα γεφύρωσης χασμάτων για την μετακίνηση χερσαίων δυνάμεων.

Βασικές προδιαγραφές και πλεονεκτήματα της νέας σχεδίασης:
Να υπάρχει ταχύτητα και οικονομία κατασκευής, η οποία επιτυγχάνεται μεταξύ άλλων με την τυποποίηση και τον εύκολο χειρισμό των εξαρτημάτων και από διαθέσιμα, μη ειδικά κράματα χάλυβα καθώς υπήρχε μικρή διαθεσιμότητα υλικών. Τα τμήματα της γέφυρας “Μ2” ήταν τόσο απλά στην παραγωγή που χρησιμοποιήθηκαν πάνω από 600 κατασκευαστές των πιο απλών προϊόντων όπως παραθύρων, καθώς οι μεγαλύτερες βιομηχανίες ήταν απασχολημένες με μεγαλύτερα έργα (οχήματα, πλοία κλπ). Αλλά ένα από τα μυστικά της επιτυχίας ήταν η αυστηρή τήρηση των προδιαγραφών, κυρίως στις διαστάσεις και ανοχές αλλά και στις θέσεις τοποθέτησης των συνδετήριων εξαρτημάτων, ώστε κάθε τμήμα να μπορεί να ταιριάξει σε οποιοδήποτε άλλο, κατασκευασμένο από άλλον κατασκευαστή. Μάλιστα όλα τα τμήματα ελέγχονταν με τον εξής τρόπο: συναρμολογούνταν σε μια δοκιμαστική γέφυρα στο ένα άκρο και όταν έφταναν στο άλλο (με την διαρκή πρόσθεση νέων τμημάτων) αφαιρούνταν και μόνο τότε συσκευάζονταν σε ολοκληρωμένες συλλογές και αποστέλλονταν για χρήση στο πεδίο.
Να υπάρχει δυνατότητα μεταφοράς με τα πιο απλά μέσα και συναρμολόγησης με τα χέρια (με εξαίρεση την διαμόρφωση 3 ορόφων) καθώς και χωρίς να υπάρχει δυνατότητα πρόσβασης στην απέναντι όχθη. Κάθε εξάρτημα της δικτυωτής γεφύρας “M2” είναι τυποποιημένο, ελαφρύ, εύκολου χειρισμού και τοποθετείται σε μία ορισμένη θέση από μη ιδιαίτερα εξειδικευμένους άνδρες, προς αποφυγή οποιουδήποτε σφάλματος κατά την συναρμολόγηση της γέφυρας. Τα εξαρτήματα μπορούσαν να μεταφέρονται ακόμη και με τα μικρότερα φορτηγά οχήματα 2,5 τόνων, ενώ μπορούσαν να μεταφερθούν ακόμη και με τα χέρια σε μικρές αποστάσεις, με το βαρύτερο μέλος (280 κιλά) να μπορεί να μεταφερθεί από 6 μόνο άτομα! Μια τέτοια γέφυρα μπορεί επίσης να επιθεωρηθεί πολύ εύκολα, αν πληγεί να επισκευαστεί εύκολα αντικαθιστώντας κάποια τυποποιημένα τμήματα, αλλά και να αποσυναρμολογηθεί εύκολα όταν πλέον δεν χρειάζεται και να ξαναχρησιμοποιηθεί αλλού, δηλαδή είναι επαναχρησιμοποιήσιμη. Μια γέφυρα “Μ2” μονού φορέα (η πιο απλή διαμόρφωση) μπορεί απλά να συναρμολογηθεί (δεν θα λέγαμε καν “να κατασκευαστεί”) μεταφέροντας τα τμήματα της με οποιαδήποτε μη εξειδικευμένα απλά φορτηγά οχήματα, από μερικούς άνδρες (περίπου 40) με τα πιο απλά εργαλεία, σε συνθήκες μάχης σε περίπου 24-36 ώρες ενώ σε ιδανικές συνθήκες μόνο σε 3-4 ώρες! Μάλιστα μια μονάδα κατά την ημέρα της απόβασης της Νορμανδίας συναρμολόγησε μια τέτοια γέφυρα κάτω από συνεχή εχθρικά πυρά. Ένα ακόμη εντυπωσιακό χαρακτηριστικό ήταν ότι η γέφυρα μπορεί να συναρμολογηθεί στην μια όχθη ποταμού για παράδειγμα, και να συρθεί από εκεί μέχρι την άλλη όχθη γεφυρώνοντας το χάσμα (με χρήση μιας ελαφρότερης και προσωρινής προέκτασης), χωρίς την ανάγκη παρουσίας συνεργείου/εξοπλισμού σε εκείνη την όχθη!
( δες βίντεο εδώ: https://www.youtube.com/watch?v=NLJCHlQy-wA )
Η κάθε συναρμολογούμενη γέφυρα να μπορεί να διαμορφώνεται ανάλογα με τις ανάγκες στο πεδίο, χωρίς να έχει προηγηθεί διερεύνηση των εδαφολογικών και άλλων συνθηκών και εξειδικευμένος σχεδιασμός για την κάθε περίπτωση. Έτσι ο φορέας σχεδιάστηκε να είναι αρθρωτός και πολυμορφικός, προσαρμοζόμενος σε διαφορετικά ανοίγματα και όρια βάρους. Μπορεί να κατασκευάζεται σε 7 διαφορετικούς τύπους ανάλογα με τις ανάγκες, για παράδειγμα διπλά πλάγια πλαίσια σε μονή στοίβαξη δηλαδή σε έναν “όροφο”, τριπλά πλαίσια σε διπλή στοίβαξη κτλ. ενδεικτικά η διαμόρφωση φορέα με μονή σειρά πλαισίων και μονό όροφο με άνοιγμα 30 μ. μπορούσε να φέρει φορτίο 9 τόνων ενώ διπλή σειρά σε διπλό όροφο φορτίο 68 τόνων! (με τα τότε χρησιμοποιούμενα κράματα μετάλλων, ενώ σήμερα χρησιμοποιούνται και ισχυρότερα κράματα με μεγαλύτερες δυνατότητες). Επιπλέον εκτός του κύριου καταστρώματος για την χρήση από οχήματα και ερπυστριοφόρα, μπορούν να προστεθούν στις δύο εξωτερικές πλευρές μικρότερες “λωρίδες” για την ταυτόχρονη χρήση της γέφυρας από πεζούς. Το μέγιστο μήκος κάθε ανοίγματος είναι 70 μ. περίπου (μεταβλητό σε τμήματα των 3 μ.), αλλά με ενδιάμεσες στηρίξεις σε ξηρά ή νερό (μεσόβαθρα ή πλωτές πλατφόρμες) μπορούν επιτευχθούν μεγαλύτερα ανοίγματα με το μεγαλύτερο που συναρμολογήθηκε στον πόλεμο να είναι επί ξηράς λίγο άνω των 365 μ. και το μεγαλύτερο επί νερού (πλωτή γέφυρα) 334 μ. Έγιναν δοκιμές και σχεδιάστηκαν συλλογές για ανοίγματα έως 120 μ. χρησιμοποιώντας τα τυποποιημένα πλαίσια και εξαρτήματα ως πύργους για τα καλώδια που θα συνέθεταν μια κρεμαστού τύπου γέφυρα, αλλά το 1945 μια μονάδα Αμερικανών μηχανικών στην Βιρμανία (Shweli River) συναρμολόγησαν μια τέτοια γέφυρα με άνοιγμα 137 μ.(!), η οποία στέκεται έως σήμερα, που πήγε την γέφυρα Bailey πιο πέρα από ότι είχαν φανταστεί οι δημιουργοί της.
Το πιο εντυπωσιακό όμως είναι ότι αφού η βασική μορφή της γέφυρας είναι έτοιμη (μονή σειρά πλάγιων πλαισίων σε έναν μόνο όροφο, η γέφυρα μπορεί να αναβαθμιστεί σε ικανότητα φορτίου με την προσθήκη επιπλέον σειρών πλαισίων ή ορόφων (έως 3 σειρές πλαισίων, έως 3 όροφοι, που διαθέτει και την μεγαλύτερη ικανότητα φορτίου), χωρίς την αποσυναρμολόγηση κανενός τμήματος της υπάρχουσας γέφυρας, παρά μόνο με προσθήκη περισσότερων! Ο φορέας της δικτυωτής γέφυρας “Μ2” αποτελείται από 3 κύρια είδη μεταλλικών τμημάτων, τα “πλαίσια” με ρομβοειδή μέλη που τοποθετούνται στις πλευρές του φορέα και συνθέτουν τις δικτυωτές δοκούς της γέφυρας (με συγκολλημένα μέλη, μήκος 3 μ. και ύψος 1,5 μ. περίπου και βάρος 260 κιλά), τις “διαδοκίδες” που τοποθετούνται εγκάρσια στα πλαίσια (μήκος 6 μ. περίπου, βάρος 280 κιλά) και τις “μηκίδες” που τοποθετούνται επί των διαδοκίδων και ουσιαστικά συνθέτουν την βάση του καταστρώματος της γέφυρας (μήκος 3 μ. και πλάτος 0,5 μ. περίπου, βάρος 122 κιλά). Υπάρχουν και άλλα δευτερεύοντα μέλη και εξαρτήματα (συνολικά 28 διαφορετικά βασικά μέλη) όπως επιζυγίδες (χαλύβδινα τμήματα του καταστρώματος που συγκρατούν τα ξύλα και προστατεύουν τα πλαίσια από πρόσκρουση οχημάτων, με μήκος 3 μ. και βάρος 74 κιλά), ακραίοι ορθοστάτες (χαλύβδινα τμήματα που παραλαμβάνουν τέμνουσες δυνάμεις, με ύψος 1,7 μ. και βάρος 55-58 κιλά), αντηρίδες (συνδέουν τις διαδοκίδες με τα πλαίσια, βάρους 10 κιλών), εγκάρσια πλαίσια (βάρους 20 κιλών), αντιανέμιοι σύνδεσμοι (οριζόντιοι συνδέσμοι δυσκαμψίας), καθώς και πείροι (βάρους 2,7 κιλών περίπου), συνδετήρες και βλήτρα σύνδεσης. Το κατάστρωμα αποτελείται από ξύλινα τεμάχια (“δίπλακες”) μήκους 4 μ. περίπου και βάρος 31 κιλά. Φυσικά τα φορτία της γέφυρας μεταφέρονται στο έδαφος μέσω ακραίων ορθοστατών, εφέδρανων και πλακών έδρασης.
Η γέφυρα “Bailey” στις νεότερες εκδόσεις της δεν σταματά να υπάρχει και να χρησιμοποιείται σε όλον τον κόσμο σε πολιτικές και στρατιωτικές εφαρμογές, αλλά και να μας υπενθυμίζει ότι μερικές φορές το πιο απλό σύστημα είναι το πιο αποτελεσματικό και διαχρονικό. Έχει γεννηθεί σε περίοδο πολέμου αλλά συνεχίζει να προσφέρει και στην περίοδο ειρήνης 80 χρόνια μετά τον σχεδιασμό της!

Τηλέμαχος Μπεριάτος
Msc Διπλ. Πολιτικός μηχανικός
Σεπτέμβριος 2022

Related Posts

LEAVE A COMMENT

Make sure you enter the(*) required information where indicated. HTML code is not allowed